ΜΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΓΥΜΝΑ
Με τα πόδια γυμνά
10/7/21
ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ
" Κάθε κομματάκι αυτής της γης είναι ιερό στο πνεύμα του λαού μου. Κάθε βουνοπλαγιά, κάθε κοιλάδα, κάθε πεδιάδα, κάθε άλσος, είναι αγιασμένο από ένα γεγονός, καλό ή κακό που έχει συντελεστεί πριν από πολλά χρόνια. Ακόμα και τα βράχια που μοιάζουν άφωνα και νεκρά, ιδρώνουν κατά μήκος της σιωπηλής όχθης και ριγούν στην ανάμνηση σημαντικών συμβάντων δεμένων με τη ζωή των δικών μου. Η γη δέχεται πιο ερωτικά τα δικά μας από τα δικά σας βήματα γιατί είναι πλούσια από τη σκόνη των προγόνων μας και τα γυμνά μας πόδια το νιώθουν αυτό το άγγιγμα της αγάπης".Σιάλθ, γνωστός ως Σηάτλ, αρχηγός των Ντουάμις, απόσπασμα από την επιστολή του προς τον κυβερνήτη Ισαάκ Στήβενς .
Μπορείτε να ανατρέξετε και στο κείμενο "Η Τέταρτη Απάντηση: Ινδιάνος Αρχηγός Σηάτλ"
https://thisthanees.blogspot.com/2020/07/oi.html
Είναι λοιπόν η σκόνη των προγόνων η οποία έχοντας διακτινιστεί σε ολόκληρη τη γήινη επιφάνεια, εκείνη η οποία μεταμορφώνει τα βήματα των Ινδιάνων σε αγαπητική συνεύρεση;
Σίγουρα, η κρίση ενός Ινδιάνου τροφοδοτείται από ένα άθροισμα πολιτισμικών στοιχείων. Η πίστη στους προγόνους που με άλλο τρόπο εξακολουθούν να υπάρχουν και η στήριξη των ζώντων απογόνων στη σχέση ζωντανών και νεκρών αποτελεί το εμπειρικό βίωμα εκείνου που δε χάνεται αλλά αλλάζει, τον τρόπο στήριξης της κοινοτικής ζωής, τη σιγουριά και την ελπίδα για τη συνέχεια της ζωής. Ας ληφθεί υπόψιν ο εκλεκτός τρόπος του αποχαιρετισμού των νεκρών πριν την επιβολή του δυτικού τρόπου. Οι νεκροί δε θάβονται, δεν καίγονται, δε μουμιοποιούνται. Απλά αλλάζουν, συνεχίζουν να υπάρχουν καθώς η αποσύνθεσή τους πραγματοποιείται στον αέρα, συνεχίζουν να είναι μέρος του κόσμου με άλλο τρόπο, διαμοιράζονται στη φύση. Ουσιαστικά εκείνο που αλλάζει είναι η χωρικότητα. Βρίσκονται παντού, μπορεί να γίνουν μέρος μιας αρκούδας, ενός γερακιού, ενός σκουληκιού, ενός φυτού, σκόνη της γης, καθώς τα πάντα ανακυκλώνονται στη φύση διαιωνίζοντάς την. Και αφού όλα προέρχονται από τη γη και όλα επιστρέφουν σε αυτή, κάθε άγγιγμά της είναι το άγγιγμα της μητέρας προς το παιδί, το πραγματικό άγγιγμα της αγάπης. Το άγγιγμα της αγάπης, το κατ' εξοχήν ερωτικό, οδηγεί σε μία ερωτική συνεύρεση όπως και μία ερωτική σχέση εκδηλώνεται σε όλο της το βάθος με ένα απλό άγγιγμα. Η σκόνη της γης, η σκόνη των προγόνων, η σκόνη που ανακυκλώνει τη ζωή είναι το ερωτικό άγγιγμα της μητέρας και ο τρόπος που επικάθεται στο δέρμα, ο πιο απαλός, ο πιο αγαπητικός, ο πιο δηλωτικός της άδολης αγάπης όπως εκφράζεται στον εναγκαλισμό της.
Οι λευκοί άνθρωποι όμως, αδυνατούν να το γνωρίσουν καθώς αδυνατούν να το αισθανθούν. Οι πρόγονοί τους χάθηκαν στα έγκατα της γης και ξεχάστηκαν - και αυτό είναι απολύτως σίγουρο για του Ινδιάνους γιατί αν δεν είχαν ξεχαστεί και τιμώνταν αληθινά από αυτούς η κάθε τους ενέργεια δε θα στρεφόταν κατά των προγόνων καθώς η κάθε ενέργεια του λευκού αποτελεί μία ακόμα καταστροφή για τη γη και για ό, τι συνεχίζει τη ζωή σε αυτή. Έτσι ο λευκός προχωρεί στην καταστροφή της φύσης ενώ αποδεικνύεται ξεδιάντροπος στη σχέση του με τους νεκρούς προγόνους του. Γιατί οι νεκροί είναι παντού, πληρούν το χώρο απελευθερωμένοι πλέον από τη υλική τους ύπαρξη, δεν παραμένουν εγκλεισμένοι στα μνήματα όπου οι λευκοί αποδίδουν τιμές όπου το θέατρο του λευκού παραλόγου έχει δημιουργήσει μια φαντασιακή πόλη νεκρών, αντίγραφο της αστικής μεγαλούπολης ή της επαρχιακής κοινότητας, ορίζοντάς τους και εδώ τη συγκεκριμένη μόνιμη κατοικία, μια φυλακή. Ο λευκός άνθρωπος δεν μπορεί να αισθανθεί την αγάπη της γης, ούτε να την αγαπά και να τη φροντίζει στη συνέχεια της ζωής παρά μόνο να της φέρεται σκληρά και απάνθρωπα για να κερδίζει. Δεν μπορεί να αισθανθεί το ερωτικό άγγιγμα της αλήθειας, το μόνο που μπορεί είναι να τη διαστρέφει. Και όμως βαθιά μέσα του, στο γονιδιακό του χάρτη υπάρχει η αγάπη της μητέρας στην συνεύρεσή του με τη φύση. Και επειδή ασυνείδητα το γνωρίζει συνειδητά καταργεί κάθε επαφή που φανερώνοντας την αλήθεια, θα έθετε σε ανισορροπία τα είδωλά του. Ο λευκός δεν περπατά με γυμνά πόδια στη φύση.
Η επαφή του ανθρώπου με τη γη με γυμνά πόδια, του μοναδικού ζώου που έχει προχωρήσει στη μόνωση αυτή, οδηγεί στην πολυσυζητημένη στους χρόνους μας γείωση, τα οφέλη που προέρχονται από την κινητική επαφή του ανθρώπινου πέλματος με τη γη, στην αποφόρτιση των ηλεκτρικών επιβλαβών θετικών ηλεκτρικών φορτίων τα οποία έχουν υπερπολλαπλασιαστεί στη χρήση ηλεκτρικών και μάλιστα ηλεκτρονικών συσκευών οι οποίες αποτελούν πλέον μέρος του ανθρώπινου οργανισμού.
Οι ιατρικές απόψεις περί των επιπλοκών που επιφέρουν στον οργανισμό τα υπεραυξημένα θετικά φορτία καθώς ο άνθρωπος επιβιώνει πλήρως μονωμένος από τη γη, τον παράγοντα της εξουδετέρωσης των φορτίων είναι εύκολο να εντοπιστούν και να μελετηθούν όπως και η σαφής αντίληψη της πλήρους μόνωσης του ανθρώπου αφού το πλαστικό πλέον πολλές φορές με διαχωριστικό στρώμα αέρα, αποτελεί τον μονωτή ο οποίος παρεμβάλλεται μεταξύ ανθρώπου και γης. Έτσι η άσκηση για την οποία τόσος λόγος γίνεται προς επίτευξη υγείας και τη συγκρότηση του υγιούς και δυνατού σώματος, στη μόνωση του πέλματος με τη χρήση αντικραδασμικού υποδήματος, οδηγεί στην αντίθετη κατεύθυνση της αύξησης των παθήσεων καθώς η αύξηση της έντασης της λειτουργίας του οργανισμού τον κάνει όλο και πιο αδύναμο στην αντιμετώπιση της υπερσυσσώρευσης των θετικών φορτίων. Από διαφορετική ιατρική εστίαση η αισθητηριακή απονέκρωση του πέλματος οδηγεί σε άλλες παθήσεις καθώς η συγκέντρωση στο πέλμα νευρικών απολήξεων είναι πολύ μεγάλη.
Έτσι λοιπόν βρέθηκε το ζητούμενο; Οι συμβουλές περί της ανυπόδητης περιήγησης στο φυσικό περιβάλλον επιφέρουν κάποια θετικά αποτελέσματα, είναι επιβοηθητικές, φέρνουν τον άνθρωπο σε μια πιο υγιή κατάσταση. Μπορεί όμως να είναι αυτή που περιγράφει ο ινδιάνος αρχηγός, η αισθητική γνώση ως αποτέλεσμα ζωής και όχι άσκησης;
Η απάντηση είναι αρνητική. Η επιστήμη αποκαλύπτει την κάποτε ολοφάνερη και εν χρήσει, αργότερα κρυμμένη και διασωζόμενη και τελικά περασμένη στη λήθη πανάρχαια γνώση σε μία διαφορετική προσέγγιση, αυτή της χρήσης του εξουσιαζόμενου από τον κυρίαρχο, όχι του οργανικού μέλους με το όλο. Και ό, τι αναδύεται από αυτόν τον τρόπο προσέγγισης δεν αποτελεί παρά ένα ελάχιστο μέρος μιας τεράστιας σύνθεσης την οποία ουσιαστικά η επιστήμη δεν ξέρει πώς να τη χρησιμοποιήσει καθώς λειτουργεί με συγκεκριμένη προσέγγιση προς τα πάντα. Πώς θα μπορούσαν λοιπόν να εισαχθούν αποκαλύψεις όπως το αιθερικό και το αστρικό σώμα με την αντίθετη φόρτιση - θετική ηλεκτρική και αρνητική μαγνητική; Αυτή που υπάρχει σε ένα κόκκο άμμου και στη γη, στο ανθρώπινο σώμα αλλά και στο ανδρικό και γυναικείο φύλο, σε όλο το σώμα αλλά και σε κάθε όργανό του ξεχωριστά, στα πάντα; Πώς θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η διά παντοίων τρόπων εσκεμμένη παραμονή των ανθρώπινων υπάρξεων σε χαμηλές συχνότητες εν αγνοία των τελευταίων, κάτι που οδηγεί σε ό, τι καταδυναστεύει τους μεν πλουτίζει και ταυτόχρονα ενισχύει τους δε, σε ένα συνεχή και εντονότατο καταιγισμό παραπληροφοριών, κάνοντας αδύνατη την αναβάθμισή τους στην τελείωση του σκοπού των; Το ζήτημα δεν είναι για την επιστήμη η αποκάλυψη της γνώσης αλλά ο τρόπος χρήσης της που θα αφήσει ανέγγιχτο το επικρατούν σύστημα στυγνής εκμετάλλευσης κερδοσκοπίας από έναν ολοκληρωτισμό καλυμμένο με την δημοκρατική επικάλυψη, αυτό των εργοδοτών της επιστήμης. Και οποιαδήποτε γνώση πρέπει να προσφέρει τα αγαθά της στους εργοδότες και όχι στη μαζικοποιημένη πληθυσμιακή χειραγωγούμενη μεταβλητή. Αυτή η εξισορρόπηση λοιπόν των ηλεκτρικών φορτίων δεν είναι παρά η αναβίωση μιας πανάρχαιας γνώσης από άλλη εστίαση με στόχο την διαφορετική χρήση, την αντίθετη. Το θετικό και το αρνητικό παρουσιάζονται με αυστηρές προδιαγραφές, η συνεχής τους και αδιάλειπτη δράση στο μικρόκοσμο και το μακρόκοσμο δεν οδηγεί στην αλήθεια της ύπαρξης αλλά στο κέρδος και την κυριαρχία του ψεύδους.
Για το λευκό άνθρωπο δεν αλλάζει κάτι από τη στιγμή που η σχέση του με τη γη παραμένει η ίδια. Όπως ακριβώς δεν αλλάζει με την απόλαυση μιας διαδρομής σε ένα φυσικό χώρο το ίδιο και εδώ, καθώς σε όλες τις περιπτώσεις ο λευκός άνθρωπος απλά τη χρησιμοποιεί, την εκμεταλλεύεται, την καταναλώνει, αντλώντας από τη γη και το τελευταίο της ζωτικό σημείο. Όσο για τους λόγους που περιέχονται στα σχετικά κείμενα περί γείωσης, λόγοι οι οποίοι καταλήγουν πάντα στην επιστροφή του ανθρώπου στη φύση, στην αισθητηριακή ενσωμάτωσή του με αυτήν, αν και καθ' όλα σωστοί δεν αποτελούν παρά τον τρόπο γραφής ενός εύπεπτου κειμένου. Και αυτό γιατί δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή σε μία σχέση βαθέως παρελθόντος αν δεν υπάρξει κατάργηση σε μία διαμετρικά αντίθετη σχέση παρόντος. Η γνώση και η χρήση της γείωσης ως ιατρικής μεθόδου δεν επιφέρει παρά σχετικά και επίπλαστα αποτελέσματα αν δεν υπάρξει η πλήρης αποδοχή και ενσυνείδητη γνώση της σχέσης με τη φύση. Και αυτό διατυπώνεται ξεκάθαρα σε σύνθημα από τους αγώνες των Ινδιάνων για ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ, καθώς πλαισιωμένοι από τις παραδόσεις τους εκφράζουν την απόλυτη αλήθεια: " Για να μπορέσει ο κόσμος να ζήσει, πρέπει πρώτα η Ευρώπη να πεθάνει" (Το Βιβλίο των Ινδιάνων).
Λόγοι Ινδιάνων περί του τρόπου ζωής στους οποίους είναι άμεσα ορατή η σχέση αγάπης ανθρώπου - γης ουσιαστικά φανερώνουν μία σχέση υγείας, δύναμης, αντοχής, συνέχειας της ζωής. Ο σεβασμός της γης από τους Ινδιάνους σε αντίθεση με την πλήρη εκμετάλλευση από το λευκό καταστροφέα της εμφανίζεται συνεχώς προειδοποιώντας προφητικά για ό, τι πρόκειται να ακολουθήσει, το μέλλον του λευκού. Τα γυμνά πόδια στο χώμα δεν είναι μία μέθοδος διατήρησης της ισορροπίας του οργανισμού αλλά η ένδειξη και απόδειξη πλήρους οικειότητας η οποία σφραγίζει μία ερωτική σχέση η οποία πραγματοποιείται και εκφράζεται με την καθόλου στάση του ανθρώπου προς τη γη και ό, τι υπάρχει από αυτή και σε αυτή. Είναι τα δύο γυμνά σώματα γεμάτα ζωή που έρχονται σε επαφή κι οι κραδασμοί του ενός που περνούν στο άλλο, μία μέθεξη ζωής, στην οποία πιστοποιείται η αλληλοσυμπλήρωση κάθε μέλους προς το Όλον. Και αυτό όχι στην υποταγή του κάθε οργανικού μέλους στις άκαμπτες εντολές της Δύναμης, αλλά στην ελεύθερη βούληση, την ανεξαρτησία, τελικά την ελευθερία η οποία εμφανίζεται στον τρόπο ζωής των Ινδιάνων. Η θέση του μέλους αυτού είναι πλήρως συνειδητοποιημένη στις κοινωνίες των Ινδιάνων και αυτή ακριβώς η θέση έπρεπε να εξαλειφθεί καθώς αντιτίθεται πλήρως στη θέση του λευκού εισβολέα. Ο λευκός, εμφανίζεται στα μάτια των Ινδιάνων ως ο πλήρως αποκομμένος από την πραγματική του ύπαρξη, στην εχθρική αδηφάγο εκμεταλλευτική του σχέση με τη φύση, με ό, τι ανήκει στο φυσικό περιβάλλον και όχι μόνο αλλά και τον ίδιο ως οργανικό μέρος της. Όσο για τους Ινδιάνους γιατρούς, τους καλούμενους ανθρώπους θεραπευτές, οι οποίοι στις θεραπείες χρησιμοποιούσαν τη μίξη ύλης και πνεύματος δηλαδή κοινής προσευχής και χρήσης θεραπευτικών βοτάνων τα οποία κατά τα από τους Ινδιάνους αναφερόμενα ήταν αποτελεσματικότατα - και εδώ μεταξύ άλλων είναι σημαντικός ο λόγος του Τζερόνυμο στα απομνημονεύματά του καθώς αναφερόμενος στα χαρακτηριστικά της ινδιάνικης ζωής μιλά για τη γνώση που διέκρινε τους ανθρώπους θεραπευτές, τα φαρμακευτικά θεραπευτικά βότανα και τον τρόπο επεξεργασίας τους, όπου οι προσευχές, η πνευματική δράση, το μισό φάρμακο, συμπλήρωνε την άλλη μισή θεραπευτική δυνατότητα του βοτάνου φαρμάκου, δε διαφέρουν και στον τρόπο ενέργειας και στην αντιμετώπισή τους από τους λευκούς από τις γυναίκες θεραπεύτριες των κοινοτήτων της μεσαιωνικής Ευρώπης οι οποίες καταχωρήθηκαν από το αναπτυσσόμενο σύστημα του λευκού - το ίδιο που γνώρισαν οι Ινδιάνοι όπως και άλλοι λαοί που υπέστησαν τη Δυτική κυριαρχία, ως μάγισσες. Όλοι οι θεραπευτές των κοινοτήτων αντιμετωπίστηκαν ως αμαρτωλοί, άθεοι, ψεύτες, αγύρτες, αδιάντροποι, εγκληματίες και εξοντώθηκαν, στην εκκίνηση του νέου τραπεζικού χρηματοοικονομικού συστήματος.
Οι Ινδιάνοι εμφανίζονται να κρίνουν όχι μάζα αλλά πρόσωπα κάτι φυσικό καθώς ο ίδιος ο τρόπος ύπαρξής τους είναι ο τρόπος των προσώπων. "Παραδέχομαι ότι υπάρχουν καλοί άνθρωποι ανάμεσά σας αλλά δεν είναι τόσοι όσοι οι κακοί, γιατί αυτοί έχουν τη δύναμη" (αρχηγός των Ντελόρια). Όμως τα πρόσωπα τελειώνουν, λήγουν, αφανίζονται στην επιβολή του λευκού: "Το φάρμακο του λευκού τα σκότωσε όλα" (τραγούδι Ινδιάνου του Αμαζονίου). Τα σκότωσε όλα σημαίνει το τέλος του τρόπου ύπαρξης: "Δεν είμαι πια Ατσέ, δεν είμαι πια άνδρας, δεν υπάρχω" (Λόγοι του Ατσέ). Τι είναι αυτό που δεν υπάρχει; "Ένας λαός που αποτελείται από πρόσωπα. Λαός χωρίς νόμους που ποτέ δεν ξέφυγε από το δρόμο του Μεγάλου Πνεύματος. Αυτός που τραγουδώντας τη χαρά της Δημιουργίας θεωρήθηκε ειδωλολάτρης από τους λευκούς που ποτέ δεν έμαθαν από τα δέντρα, τα ομιλητικά αυτά πλάσματα που τόσα δίδαξαν σε εκείνους που τα άκουγαν "(από τους λόγους του Τατάγκα Μανί). Όσο για τους κωφούς και τυφλούς λευκούς, "η Αγία, Μητέρα Γη, τα δέντρα και η φύση ολόκληρη είναι μάρτυρες των σκέψεων και των πράξεών τους", όπως είναι για όλους και για όλα (σοφός γέροντας των Ουινεμπάγκο).
Η θρησκεία δεν αφορά παρά στη Γη. "Η Γη των Χόπι είναι
η θρησκεία των Χόπι" (Άντριου
Χερμεκουαφτεούα). Όμως, "για το λευκό
ένα κομμάτι γης είναι το ίδιο με το επόμενο, γιατί είναι σαν τον κλέφτη που
έρχεται τη νύχτα και παίρνει από τη γη αυτό που χρειάζεται... Δεν υπάρχει ήσυχο
μέρος στις πόλεις των λευκών. Πουθενά δεν μπορεί να ακούσει κανείς την άνοιξη, τα
δέντρα και τους ήχους από τα φτερά των εντόμων. Ο Ινδιάνος προτιμάει το μαλακό
ήχο του αέρα που περνά πάνω από την υγρή επιφάνεια των λιμνών, τη μυρωδιά του
ίδιου του αέρα όταν καθαρίζεται από την απογευματινή βροχή ή πάλι όταν φέρνει
μαζί του το άρωμα από τις πευκοβελόνες. Ο αέρας είναι πολύτιμος για τους
Ινδιάνους. Γιατί τα πάντα μοιράζονται την ίδια ανάσα, ζώα, δέντρα, άνθρωποι. Τι
είναι ο άνθρωπος χωρίς τα ζώα; Αν έφευγαν όλα τα ζώα, τότε ο άνθρωπος θα
πέθαινε από τη μοναξιά της ψυχής του, γιατί αυτό που συμβαίνει με τα ζώα
συμβαίνει και με τον άνθρωπο. Όλα έχουν μία σχέση μεταξύ τους. Αυτά που
συμβαίνουν στη Γη συμβαίνουν και στα παιδιά της Γης" (αρχηγός Σιάλθ). Αλλά
"οι λευκοί ποτέ δε νοιάστηκαν για τη γη, τις αρκούδες, τα ελάφια. Όταν
σκοτώναμε για το κρέας το τρώγαμε όλο. Όταν σκάβαμε για να βρούμε ρίζες κάναμε
μικρές τρύπες. Δεν καταστρέψαμε τίποτα ούτε όταν καίγαμε το χορτάρι για να
διώξουμε ακρίδες. Κουνούσαμε τα δέντρα για να πέσουν τα κουκουνάρια και τα
φρούτα. Για τη φωτιά χρησιμοποιούσαμε μόνο νεκρά δέντρα. Αλλά οι λευκοί
καταστρέφουν τη γη, ρίχνουν τα δέντρα, σκοτώνουν τα πάντα...Πώς μπορούν τα
πνεύματα της γης να συμπαθήσουν τους λευκούς; Ό, τι έχει αγγιχτεί από το λευκό
στη γη έχει πληγωθεί" (γυναίκα Ουιντού).
Αυτός ο απλός, ο ολιγαρκής άνθρωπος "περιφρονήθηκε από τους λευκούς για τη φτώχια και την απλότητά του. Ξεχνούν πως η θρησκεία του εδώ δεν του επιτρέπει να μαζεύει πλούτη και να ζει στην αφθονία...για τον ινδιάνο...η αγάπη για την ιδιοκτησία είναι παγίδα και αυτό που αποκαλείται πολιτισμένη κοινωνία αιτία ταπείνωσης και πειρασμών...κράτησε την ψυχή του ελεύθερη από τη ζήλια, την ψεύτικη περηφάνια και τη βρομιά της κοινωνίας. Δεν ήταν από έλλειψη γνώσεων και οργάνωσης που δεν έφτιαξε πόλεις και δεν ανέπτυξε υλικό πολιτισμό...η συγκέντρωση πολλών ανθρώπων σε ένα τόπο ήταν αιτία κάθε κακού και πόνου, φυσικού και ηθικού. Η τροφή δίνει ζωή, η αφθονία σκοτώνει, η αγάπη δίνει ζωή, οι ηδονές σκοτώνουν. Δεν είναι περισσότερο επικίνδυνες οι αρρώστιες που μαίνονται στις πυκνοκατοικημένες περιοχές από το τσάκισμα της πνευματικής δύναμης, αποτέλεσμα του εξαναγκασμού του να ζεις πάρα πολύ κοντά σε άλλους... Όλοι όσοι έχουν ζήσει στη φύση, γνωρίζουν πως υπάρχει μία μαγνητική, πνευματική δύναμη που πηγάζει από τη μοναξιά, μία δύναμη που εξαφανίζεται όταν το άτομο χάνεται στις ανθρώπινες μάζες" (Οχιέσα, ο στον κόσμο των λευκών Αλεξάντερ Ίστμαν).
"Μόνο στα μάτια του λευκού η φύση είναι άγρια, κατοικημένη από άγρια ζώα και ανθρώπους. Για εμάς τα πάντα ήταν κοντινά και γνώριμα... Όταν έφτασε ο τριχωτός άνθρωπος από την Ανατολή και με εγκληματική κακία άρχισε να διαπράττει το ένα αδίκημα μετά το άλλο, τότε η γη έγινε άγρια και αφιλόξενη ακόμα και για εμάς...Οι ηλικιωμένοι αγαπούσαν τη γη, κάθονταν να αναπαυθούν στη γη και ένιωθαν έτσι να πλησιάζουν τη μητρική δύναμη. Τα σκυλιά χαίρονταν να τη σκαλίζουν και οι γέροι έβγαζαν τα μοκασίνια τους και περπατούσαν πάνω της με γυμνά πόδια. Τα ιερά τους τα έφτιαχναν με χώμα. Τα πουλιά πετούσαν στον αέρα, κατέβαιναν στη γη να ξεκουραστούν και η γη ήταν ο τελικός τόπος ανάπαυσης για κάθε τι που ζούσε και μεγάλωνε. Γι' αυτό ο γέρος Ινδιάνος κάθεται στη γη, δε στέκεται με πομπώδη τρόπο πάνω στις ζωογόνες της δυνάμεις. Το να κάθεται ή να ξαπλώνει στη γη σήμαινε γι' αυτόν βαθύτερη σκέψη και δύναμη, μπορούσε να δει βαθύτερα και καθαρότερα το μυστήριο της ζωής...να νιώσει πιο κοντά με κάθε τι ζωντανό ολόγυρά του. Η συγγένεια με κάθε τι ζωντανό στη γη, τον ουρανό και το νερό, ήταν μία πραγματική, μία ζωντανή πίστη. Έβλεπαν τα πουλιά και τα ζώα σαν αδέλφια τους και αυτό τους έκανε να νιώθουν πιο ασφαλείς. Μερικοί από τους Λακότα ήταν τόσο κοντά στους φτερωτούς και τριχωτούς φίλους τους που μπορούσαν μέσα από τη βαθιά αδελφοσύνη τους να μιλούν την ίδια γλώσσα" (Λούθερ Στάντινγκ Μπέαρ). "Όταν ο Λούθερ Στάντινγκ Μπέαρ είδε πόσο άσχημα οι λευκοί μεγαλώνουν τα παιδιά τους και όταν συνάντησε στις πόλεις τα λευκά παιδιά που ζητιάνευαν παραβίασε μόνος του τη συνθήκη του Σίτινγκ Μπουλ. Ο λευκός ξέρει να φτιάχνει περιουσίες αλλά δεν ξέρει πώς να τις μοιράζει, είχε πει" (Λαρς Πέρσον).
Η περιήγηση "με γυμνά τα πόδια" στους ινδιάνικους λόγους φανερώνει πλήρως την αλήθεια η οποία στον εργαλειοποιημένο λόγο των λευκών μπορεί όχι εσκεμμένα να διακτινίζεται, χάνοντας τη νοηματική της ευκρίνεια και αμεσότητα. Η απάτη και η εγκληματικότητα μπορεί να διεισδύσουν κρυφά ακόμα και στον φαινομενικά αντίθετο προς αυτές λόγο καθώς ο λόγος αυτός προέρχεται από έναν λευκό, ένα ενεργό μέλος των εγκλημάτων, ενεργό ακόμα και στην παθητική αποδοχή αυτών, από τα οποία όσο και αν προσπαθεί να αποσχιστεί, όσο και αν βλέπει, αντιλαμβάνεται και κρίνει, δεν παύει να ζει στη χρήση του εγκλήματος, να μετέχει σε αυτό, όσο και αν ατομικά το ελαττώνει στην καταστροφική εκμετάλλευση των πάντων.
Καθώς ο αντιπαρατιθέμενος προς το έγκλημα συνεχίζει να ζει μέσα αυτό το οποίο ενσυνείδητα γνωρίζει αντιμετωπίζει ένα υπέρμετρο υπαρκτικό πρόβλημα. Ο σταδιακός αποχωρισμός του από το ανθρωπογενές περιβάλλον της καταστροφής στην προσπάθεια μείωσης κάθε επιφοράς, αποτελεί μία συνεχή πάλη με τον εαυτό του και τους γύρω του, των οποίων η ακτίνα του κύκλου εκτείνεται στα πέρατα της γης, ως γεννήματα του κόσμου της καταστροφής. Και καθώς μάχεται τον εαυτό του και σταδιακά φανερώνεται να αλλάζει, γίνεται ο διαφορετικός, ο επικίνδυνος, ο αγύρτης, ο ψεύτης, ο στόχος για την πλειονότητα των άλλων. Και όσο αυτό αυξάνεται τόσο αναπτύσσει το μοναδικό ακλόνητο στήριγμά του: την άρνηση του τρόπου ζωής στο συνεχές έγκλημα. Και είναι η άρνηση αυτή που κάνει ευκρινές και διαβατό το ακανθώδες μονοπάτι το οποίο όχι χωρίς φόβο, όχι χωρίς πόνο αλλά και με απόλυτη σιγουριά, ευτυχισμένος συνοδοιπόρος με τη Μητέρα του που κατάφερε να ξανασυναντήσει, διανύει ενωμένος με Αυτή, με τα πόδια γυμνά: Την αποχώρηση εκ του κόσμου τούτου.
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΗ
"Λίγο μας ενδιαφέρει ο τόπος όπου θα περάσουμε τις υπόλοιπες μέρες μας - όπως και νά 'ναι, δε θα είναι πολλές. Η νύχτα των Ινδιάνων προμηνύεται σκοτεινή. Ούτε ένα άστρο ελπίδας δε λάμπει στον ορίζοντα, άνεμοι σε τόνους πένθιμους στενάζουν από μακριά. Φαίνεται ότι η απαίσια Νέμεση έχει βρει τα ίχνη του ερυθρόδερμου ανθρώπου. Όπου κι αν πάει εκείνος στο εξής θα νιώθει πίσω του τα βήματα του αμείλικτου διώκτη του και θα είναι πάντα έτοιμος να αντιμετωπίσει στωικά τη μοίρα του, έτσι όπως ετοιμάζεται το πληγωμένο ελάφι σαν περιμένει να το πλησιάσει ο κυνηγός.
Ακόμα μερικά φεγγάρια, ακόμα μερικοί χειμώνες και από τους ισχυρούς χωροδεσπότες που άλλοτε πλημμύριζαν την ευρύχωρη αυτή γη ζώντας μέσα σε ευτυχισμένα σπιτικά προστατευμένοι από το Μεγάλο Πνεύμα δε θα απομείνει ούτε ένας για να κλάψει πάνω στους τάφους ενός λαού που ήταν κάποτε πιο ανθηρός και πιο ελπιδοφόρος από το δικό σας. Αλλά γιατί να θλίβομαι για την πρόωρη εξαφάνιση των δικών μου; Η μία φυλή ακολουθεί την άλλη, το ένα έθνος διαδέχεται το άλλο όπως τα κύματα του ωκεανού. Αυτός είναι ο νόμος της φύσης και κάθε παράπονο μοιάζει ανώφελο. Ο καιρός της δικής σας πτώσης μπορεί να είναι ακόμη μακριά, αλλά θα έρθει σίγουρα, γιατί ακόμα και ο λευκός που έχει το Θεό στο πλάι του να του μιλάει όπως σε φίλο δεν θα μπορέσει να ξεφύγει την κοινή μοίρα. Τελικά, ίσως να είμαστε αδελφοί. Ο χρόνος θα το δείξει".
Σιάλθ, αρχηγός των Ντουάμις, απόσπασμα από την επιστολή του προς τον κυβερνήτη Ισαάκ Στήβενς .
ΠΑΡΕΚΒΑΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ
ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ: ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΟΓΡΑΜΜΗ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ
Έχοντας περάσει ένα
μεγάλο μέρος της ζωής μου στην περιήγηση και το περπάτημα στη φύση, η ανάγνωση
τέτοιων κειμένων όπως του Σπουδαίου αρχηγού Σιάλθ αλλά και όλων των υπέροχων
αυτών ανθρώπων και η κίνηση που προκαλεί στη σκέψη, ανακαλεί μνήμες του
παρελθόντος οι οποίες έχουν περάσει στην απομακρυσμένη μνήμη, ανασύρονται όμως
άμεσα από την ιδιαίτερη αισθητική εμπειρία η οποία έχει καταγραφεί όχι απλά στη
μνήμη ως ανάμνηση αλλά ως βίωμα, καταχωρημένο σε κάθε κύτταρο. Το περπάτημα
στην κορυφογραμμή της Πίνδου αναδύθηκε με τόση ζωντάνια σαν να μην έχουν
περάσει περίπου σαράντα χρόνια από τότε αλλά σαν να ήταν μόλις την προηγούμενη
ημέρα. Εκεί, αρκετά πιο ψηλά από τη λίμνη του Πλαστήρα, μια βροχερή μέρα του
Απρίλη, το πέτρινο κατάλυμα διαμονής, ήταν στην αισθητική του αντίληψη
υπερβολικά κλειστό, υπερβολικά απομονωμένο, δημιουργώντας την έντονη ώθηση προς
τα έξω, παρά του ότι έσφυζε από τη χαρά και τα γέλια των φίλων. Προς έκπληξή
τους, τους χαιρέτησα και βγήκα. Η βροχή είχε προσωρινά σταματήσει και η
θερμοκρασία ήταν σχετικά ψηλά. Προχώρησα σε ένα ευκολοδιάβατο μονοπάτι που
διέσχιζε ένα μικρό οροπέδιο μάλλον μακρόστενο που εκτεινόταν παράλληλα και κάτω
της κορυφογραμμής. Η ησυχία ήταν απόλυτη στην αρχή, όμως δεν υπήρχε καμία
αίσθηση μοναξιάς. Όσο συνήθιζες την ησυχία τόσο οι ήχοι, οι πολύ χαμηλοί που
όταν περπατάς με συντροφιά δε φτάνουν στην ενσυνείδητη αντίληψη παρά το ότι
πιθανότατα η ασυνείδητη αντίληψή τους είναι βέβαιη, τόσο γινόταν ιδιαίτεροι,
διαχωρίζονταν, μετατρέπονταν σε ομιλία, υποδήλωναν υπάρξεις. Το ανεπαίσθητο
θρόισμα των φύλλων, μετακίνηση ενός πτηνού, όλα σε μία πολύ χαμηλή διάφανη
ένταση άρχισαν να με ακουμπούν σαν βαμβάκι, κάτι που όσο περνούσε ο χρόνος
φανερωνόταν αποκτώντας υπόσταση όλο και περισσότερο, ώσπου ξαφνικά με κυρίευσε
η αίσθηση της παρουσίας σε ένα χώρο ολοζώντανο, από τον οποίο λάμβανα
καταιγισμό μηνυμάτων. Το βάδισμα αποχωρίστηκε της ταυτότητας του περιπατητή,
έγινε ήπιο σε ένα σταδιακό στάθμισμά του, ώστε να μην επιφέρει κάποια αλλαγή σε
ό, τι ελάμβανα από αυτό που συνέβαινε γύρω. Πολλές φορές σταμάτησα για να
αφουγκραστώ τους ήχους, να προσπαθήσω να καταλάβω. Το ένδυμα που φορούσα, ένα
ένδυμα που ενδείκνυται για τέτοιου είδους περιπάτους άρχισε να γίνεται
υπερβολικά πιεστικό. Όταν έβγαλα τη
μπλούζα που φορούσα αισθάνθηκα μία απίστευτη ελευθερία. Η βροχή είχε αρχίσει
και πάλι και διατηρούταν σε μέτρια ένταση. Τώρα πια το νερό που κυλούσε πάνω
μου το ένιωθα σαν το πιο βολικό ρούχο που είχα φορέσει ποτέ. Συνέχισα στο
ξέφωτο παράλληλα με τη δενδρογραμμή χωρίς να με ενδιαφέρει καθόλου αν θα γίνω
μούσκεμα. Όσο προχωρούσα τόσο η διάθεσή μου γινόταν καλύτερη, ανέβλυζε μία
αισιοδοξία που μπορεί να ήταν ακατανόητη τότε για μένα αλλά απόλυτα αληθινή.
Ένας κεραυνός έπεσε σε ένα μοναχικό δέντρο περίπου 300 μέτρα μακριά. Έδωσε μια
άλλη μορφή στο χώρο, σαν να εμφανίστηκε ξαφνικά η αρχή της δημιουργίας, η
δύναμη που διακατέχει τα πάντα. Και ενώ κοιτούσα τους χρωματισμούς που
αναδύθηκαν έκπληκτος, χωρίς να το σκεφτώ από μια εσωτερική παρόρμηση, έβγαλα τα
ορειβατικά υποδήματα και τις κάλτσες και συνέχισα να περπατώ με γυμνά πόδια,
κάτι που έκανε το βάδισμα πολύ πιο αργό και αρκετές φορές επώδυνο , όμως η
ταχύτητα και η οδύνη, ένα στιγμιαίος πόνος, δεν είχαν κάποια θέση σε ό, τι
ζούσα, διαλύονταν μέσα σε αυτό που βίωνα. Επέστρεψα όταν άρχισε να νυχτώνει.
Αισθανόμουν πως είχα έρθει σε επαφή με κάτι υπερβολικά μεγάλο, του οποίου η
εμπειρική βίωση έδινε τη μεγαλύτερη χαρά που είχα αισθανθεί ποτέ στη ζωή μου
μέχρι τότε. Δυσκολεύτηκα πάρα πολύ να προχωρήσω στα τελευταία μέτρα προς το
πέτρινο σπίτι. Έπρεπε να εγκλειστώ, να απομακρυνθώ από ό, τι είχα αισθανθεί.
Σαν να απομακρυνόμουν από τη ζωή, που δεν ήταν η ζωή μου. Ήταν η ζωή του
συνόλου μέσα στο οποίο για λίγο βρέθηκα και αισθάνθηκα για ελάχιστο χρόνο μέλος
του άχρονου, ήταν μια κοινή ζωή που εκτεινόταν διαρρηγνύοντας το χρόνο,
υπέροχη, ενωμένη με άπειρες συνδέσεις. Ήμασταν όλα ένα. Φθάνοντας στην είσοδο
όλα τελείωσαν, απόμεινε μόνο η μνήμη ενός βιώματος. Φωνές ανακατεμένες με
γέλια, μουσική και τον ήχο κάποιας εκπομπής της τηλεόρασης
κάλυψαν πλήρως κάθε ήχο ζωής.
Διδάσκαλος Π. Ε., Θεολόγος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου