KΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ: ΕΠΙΜΕΤΡΟ

 Κοσμάς Φλαμιάτος: Επίμετρο

24/9/2020

Τι είναι λοιπόν εκείνο το οποίο δημιουργεί τέτοιο και τόσο μένος στον ησυχαστή Κοσμά, καθώς αναφερόμενος στο πνεύμα της Γαλλίας, ήτοι όλα όσα συγκροτούν το διαφωτισμό και τη γαλλική επανάσταση καταλήγοντας στη διακήρυξη των ανθρώπινων δικαιωμάτων, έναν θεωρούμενο σταθμό στην εξύψωση του ανθρώπου ο οποίος κρατήθηκε για αιώνες κάτω από τον αδίστακτο ζυγό της Ισχύος ,της πολιτικής και εκκλησιαστικής εξουσίας αλλά και στην Αγγλικανική Εκκλησία και την απόσχιση των Λουθηροκαλβινιστών από την παπική εκκλησία και πάλι προς την απελευθέρωση από τον ολοκληρωτισμό της Ισχύος;  

Και είναι αναπότρεπτο όσο μένος και θυμός διαφαίνεται στα γραπτά και τα λεγόμενά  του, τόση αντίδραση και οργή να προκαλεί στους αναγνώστες και ωτακουστές αυτού καθώς καταφέρεται εναντίον των βασικών σημείων απελευθέρωσης του ανθρώπου από τον ολοκληρωτισμό ο οποίος τον κατακρατούσε στο χαμηλότατο κοινωνικό επίπεδο της εξαθλίωσης. Και βέβαια, υπάρχουν οι βασικοί παράγοντες που οδηγούν τον Φλαμιάτο σε αυτή την οπτική οι οποίοι, εφ’ όσον γίνουν κατανοητοί, δεν εκπλήσσουν ενώ αποσβένουν το θυμό και την αγανάκτηση και στις δύο πλευρές καθώς ό, τι κατηγορεί είναι ευαπόδεικτο ενώ και ο ίδιος είναι το αποτέλεσμα όσων κατηγορεί.

Ο ησυχαστής Κοσμάς ως κοσμοησυχαστής δεν μπορεί να κατανοήσει πως η οργάνωση των μονών έγινε για να ελέγχεται η δράση των μοναχών, των ησυχαστών, οι οποίοι κατέλυαν τις κοινωνικές δομές δημιουργώντας ανισορροπίες στην επίσημα πλέον αναγνωρισμένη εκκλησιαστική ιεραρχία, καταχωρημένη ως θρησκεία, ανισορροπία η οποία προερχόταν από την ίδια την αποδοχή από την επίσημη εκκλησία της διδασκαλίας του Ιησού και του ίδιου ως θρησκεία και όχι ως αλλαγή του κόσμου τούτου, δημιουργώντας έτσι, στενές και άλυτες συνδέσεις με το κράτος και την εξουσία. Από την στιγμή που η Εκκλησία επισημοποιείται  και αναγνωρίζεται ως θρησκεία περνά στην απέναντι όχθη όσων υποσχόταν ενώ η πολιτική εξουσία διά της απόκτησης ενός τεράστιου αριθμού πιστών υπηκόων πλέον σε αυτή, αποκτά τη βιωσιμότητα μιας ακόμη χιλιετίας. (Βλ. και κείμενο «Οι Τέσσερις Απαντήσεις:  Ραβί Ιησούς»). Όμως ο ησυχαστής Κοσμάς ζώντας σε μία αλλότρια κοινότητα υπό την αγγλική κυριαρχία και όλους τους προηγούμενους κυρίαρχους και  γνωρίζοντας τη θέση της Εκκλησίας  στην υποδουλωμένη στους Οθωμανούς Ελλάδα ως τη φωτεινή στήριξη στο σκότος της σκλαβιάς, δεν μπορεί να αντιληφθεί το γεγονός αυτό ολιστικά και διαχρονικά δηλαδή το ότι  ο κόσμος της αγάπης τον οποίο δίδαξε ο Διδάσκαλος Ιησούς, της αλληλεγγύης και της πραγματικής απελευθερωμένης από όλα όσα την καταδυναστεύουν ζωής, δε θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει στις συγκεκριμένες συνθήκες όπως διαγράφονται μετά τη διαγραφή της χριστιανικής κοινότητας από τα παράνομα κολέγια της Ρώμης μεταξύ των οποίων είχε καταχωρηθεί από Νέρωνος, ούτε πως η νομιμοποίηση και επισημοποίηση του χριστιανισμού ως θρησκεία δεν ήταν παρά μία ακόμη επίβουλη πράξη της Ισχύος η οποία δι’ αυτής ενδυναμώθηκε ενώ ταυτόχρονα κατέλυσε κάθε τροπή προς αλλαγή. Έτσι ο Κοσμάς Φλαμιάτος θα θεωρούσε και τις δράσεις που πολύ σωστά κατηγορεί ως την ίδια δράση του σκότους το οποίο βρίσκει πάντα τον τρόπο να εξαπλώνεται και να κυριαρχεί, τη δράση η οποία, όταν η Εκκλησία επισημοποιήθηκε και νομιμοποιήθηκε ερχόμενη σε αντίφαση με τον εαυτό της εκτός εξαιρέσεων οι οποίες ενώ καταπολεμήθηκαν και από την ίδια στον καιρό τους, όταν έπαψαν να υπάρχουν δοξάστηκαν όπως οι λεγόμενοι Τρεις Ιεράρχες που κυνηγήθηκαν και μετά θάνατον  δοξάστηκαν από το έργο και τις πράξεις τους οι οποίες πέρασαν στο χώρο της δόξας αλλά όχι της πράξης. Και η επίσημη Εκκλησία συμβαδίζοντας με την πολιτική εξουσία εγκατεστημένη στα κάστρα που στηρίζονταν στα σώματα των εξαθλιωμένων υπηκόων αποτέλεσε τη γραφειοκρατική μερίδα του κράτους και τους εντεταλμένους της εξουσίας προς φακελοποίηση προσώπων και περιουσιών προς την είσπραξη της φορολογίας παρά αυτών, κάτι το οποίο παραμένει ως απολίθωμα αλλά σαφέστατη υπενθύμιση στη σημερινή χρήση της λέξης «ενορία» στα πολιτικά συμβάντα. Όμως θα πρέπει να γίνει μία πολύ σημαντική επισήμανση πριν την διασαφηνιστική αναφορά στο πνεύμα της Γαλλίας και της δράσης της Αγγλίας δια της Αγγλικανικής Εκκλησίας. Και αυτή είναι το ότι οι ελίτ που προηγήθηκαν του διαφωτισμού καλλιέργησαν τη διαφθορά και τη διαστροφή στο έπακρο εντός όμως μιας ελαχιστομελούς τάξης με την συνεχή απάνθρωπη εκμετάλλευση του καταβυθισμένου στην ανυπαρξία λαού, ενώ το αποτέλεσμα της επικράτησης των ιδεών του διαφωτισμού ήταν η διαφθορά και η διαστροφή να εξαπλωθούν πλέον στην δημιουργούμενη αστική τάξη σπάζοντας τις πύλες της κλειστής ελαχιστομελούς κοινότητας της υψηλής τάξης  και διαχεόμενες σε μεγάλη πλέον κλίμακα, κάτι που στο επόμενο στάδιο με την κατάργηση της αστικής τάξης και τη δημιουργία του μαζικοποιημένου καταναλωτικού πληθυσμού διαχέεται σε όλη την ανθρώπινη κοινότητα ανεξαρτήτως τάξης αποδίδοντας τεράστια απήχηση σε αυτή και εξάρτηση από αυτή.

Το κοινό σημείο της αγγλικής και γαλλικής επιβουλής είναι η αποουσιοποίηση του Θεού ως το δογματικό δημιούργημα της Εκκλησίας στην οποία τόσο η εφαρμογή των ιδεών του διαφωτισμού σε όλη τους την εμβέλεια, όπως ακριβώς συνέστησαν την δημιουργία του αστικού μοντέλου διά της πλήρους απόρριψης της θεολογίας και της συνεπαγόμενης κοσμολογίας της Εκκλησίας όσο και η Αγγλικανική Εκκλησία χρησιμοποιώντας ως πραγματικότητα όχι την παραδεδομένη πίστη αλλά το συμβολισμό αυτής ως αλήθεια καταλήγει στην ίδια ακριβώς δράση δηλαδή το να ακυρώσει ολόκληρο το χριστιανικό δόγμα. Και αυτό γιατί καθώς η δογματικά διατυπωμένη ιεραρχία των ουσιών αποτελεί όλο το αξιακό σύστημα της Εκκλησίας, της οποίας η αλήθεια είναι η απόλυτη ουσία, ο Θεός, η απόλυτη ουσία καθώς πλήττεται από τη νέα θεωρία η οποία ανάγει τον άνθρωπο, τη φύση, την ιστορία ως λειτουργίες στην απολυτοποίηση και παντοδυναμία, αποσαθρώνεται εξάπαντος. Και αυτό γιατί η Εκκλησία δεν έμεινε μία κλειστή απομονωμένη κοινότητα αλλά ενσωματώθηκε στο νέο σύστημα κάνοντας χρήση των λειτουργιών αυτού, ανταλλάσσοντας την ύπαρξή της με τη χειραγώγηση του πολύ μεγάλου μέρους του λαού των πιστών υπό τις κατευθύνσεις της εξουσίας  για την οποία αποτέλεσε το κλειδί της επιτυχίας. Οι λειτουργίες του νέου συστήματος δε διστάζουν να εργαλειοποιήσουν την ίδια τη θεϊκή ύπαρξη, την οποία ήδη έχουν πλήρως ακυρώσει αλλά δημοσίως καταλήγουν σε ένα συμβιβασμό αλληλλοσυμπλήρωσης καθώς η Εκκλησία για να συνεχίσει ενταγμένη στο μεταποιηθέν κοινωνικό υπάρχειν απαρνιέται ουσιαστικά το δόγμα της  ενώ οι εκπρόσωποι του αστικού μοντέλου την αποδέχονται για να συνεχίσουν στη χειραγώγηση του λαού κατά τα συμφέροντα της Ισχύος. Αυτή η κατάληξη στην εργαλειοποίηση της ύπαρξης του Θεού γίνεται  καθώς ο λόγος ως ύψιστη λειτουργία, ο νους δηλαδή ο άνθρωπος, αποδίδει στο Θεό όλα τα εννοήματα γενομένης της αρχής από του Ντεκάρτ καθώς στη φαντασιακή του αυτοϋπέρβαση αποδεικνύει την ύπαρξη του Θεού μέσα από τη δική του ύπαρξη, καταχωρημένη ως τέτοια από την ίδια του τη σκέψη. Ακόμα και προσβλέποντας στη διαλεκτική ανάμεσα στον άνθρωπο και το Θεό, το λόγο και το Λόγο, όπως ο Ντεκάρτ που έτσι  θεσμοθετεί τη μέθοδο, σε αυτή  τη διαλεκτική  δεν παύει ο λόγος να δίνει ύπαρξη στο Λόγο. Καθώς τα πάντα τελικά εξαρτώνται από τη σκέψη του σκεπτόμενου η οποία στην αλλαζονική της αυταρέσκεια αυτοϋπερβαίνει τη φυσική ύπαρξη του σκεπτομένου ως το απόλυτο πνεύμα που σημαίνει τον απόλυτο κυρίαρχο εντός του κόσμου φτάνοντας στο κανονιστικό της επίπεδο όπως διαγράφεται από τον Έγγελς αλλά και τη Μαρξιστική αντιστροφή αυτού του απολύτου πνεύματος εντός του κόσμου ως την οικονομία. Έτσι, μέσω του διαφωτισμού, ο λόγος μεταποιείται στο Λόγο ενσωματώνοντας την αντίφαση αφού δεν παύει να είναι λόγος και ο Λόγος αποσαθρώνεται σε χρηστικό εργαλείο του νέου Λόγου, του λόγου.

Η αδυναμία αποφυγής της καταστροφής της Εκκλησίας, όπως τη διαβλέπει ο Κοσμάς Φλαμιάτος εξαγγέλλεται από την πολιτική ελίτ προς πλήρη αποσύνθεση αυτής της δομημένης θρησκείας στην οποία η χαριστική βολή δόθηκε από το διαφωτισμό και η διατήρησή της επιβλήθηκε λόγω της ανάγκης χειραγώγησης του κόσμου, με τη χρήση των κατηγορημάτων, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για να αποδώσουν τις ιδιότητες της νέας θεότητας  και κοσμοθεωρίας όπως διατυπώθηκε στο Στέητ Ντηπάρτμεντ μετά την πτώση της Ε.Σ.Σ.Δ. Τα κατηγορήματα αυτά δεν είναι άλλα από εκείνα που απέδωσαν στον Ιησού οι πρώτοι  χριστιανοί, ήτοι τα κατηγορήματα του θεοποιηθέντος ρωμαίου αυτοκράτορα, πράξη εκ της οποίας οι χριστιανοί αρνούντο πεισματικά τη λατρεία του αυτοκράτορα αλλά και καταχωρήθηκαν από τη ρωμαϊκή πολιτεία ως παράνομο κολέγιο ή αλλιώς τρομοκράτες με στόχο την ανισορροπία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και την κατάλυσή της, οδηγώντας απευθείας στους διωγμούς των αδυνάτων από τους δυνατούς.  Ακριβώς τα ίδια κατηγορήματα ως  Κύριος, Παντοδύναμος, Αιώνιος αποδίδονται στη νέα θεότητα του μηδενός, την μηδενιστική εξύψωση του αυτιστικού, αλαζονικού  και αποκομμένου φαντασιακά από τη Δημιουργία μεταανθρώπου. Και είναι τα κατηγορήματα  του Κυβερνοχώρου εκ της εξύψωσης του οποίου στην απόλυτη ουσία άρχονται και πάλι οι διωγμοί των αδυνάτων από τους δυνατούς, όχι οπωσδήποτε των ανηκόντων στη ιεραρχικά δομημένη Εκκλησία η  οποία δεν υφίσταται ως τέτοια αλλά των πραγματικών πιστών, ιερέων και λαϊκών, στην πραγματοποίηση των απάνθρωπων στόχων της του σκοτεινού βάθους Ισχύος όπως τους βιώνουμε στην εποχή μας οδεύοντας προς την τραγική κατάληξη  της αποπροσωποποίησης των ανθρώπων και μεταποίησή τους σε υπαρκτικές τυχαιότητες, υιοθετώντας κάθε είδους κατάχρηση της εξουσίας απολύτως έννομης διά της μετατροπής των νομοθεσιών, η οποία ολοκληρώνεται με την αντικατάσταση του ανθρώπου από το μεταάνθρωπο εφαρμοστή εντολών, απαιτουμένων και αποστελλομένων εις αυτόν δια της χειριστικής του εξάρτησης από την οποία  και μόνο λαμβάνει την ύπαρξη, ως εργαλείο του ηλεκτρονικού  κυκλώματος ψηφιακών συσκευών της Ισχύος.

                                                                                                                      Π. ΞΕΝΟΣ

                                                                                                                      Διδάσκαλος Π. Ε., Θεολόγος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

AHOY ADELANTE

ΜΑΖΙΚΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ

ΠΑΝΔΗΜΙΑ Η΄ΠΑΝΔΗΜΕΥΣΗ; - αναδημοσίευση επαυξημένη